Αυτό που ακούω συνέχεια από τους πελάτες αλλά και από τους φίλους μου και πραγματικά με προβληματίζει, είναι η γνωστή άποψη, «τώρα είμαι σε δίαιτα και χάνω βάρος, αλλά όταν ξαναρχίσω την κανονική μου διατροφή, φοβάμαι ότι θα ξαναπαχύνω».
Η απορία που γεννιέται άμεσα είναι, το ποια επιτέλους είναι αυτή η κανονική διατροφή και ποια είναι αυτή η κατάσταση πείνας και δυστυχίας που ονομάζεται δίαιτα.
Εδώ, λοιπόν, είναι η αρχή του προβλήματος, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, οφείλεται στην κακή ενημέρωση που έχει ο κόσμος γύρω από το θέμα Διατροφή – Χάσιμο βάρους – Δίαιτα και Υπερφαγία.
Αλλά, ας ξεκαθαρίσουμε τον όρο «κανονική» διατροφή. Οι περισσότεροι νομίζετε ότι η κανονική διατροφή είναι η τυρόπιτα, τα παϊδάκια, οι πατάτες τηγανιτές, το βούτυρο στα φαγητά, τα ολόπαχα γαλακτοκομικά (γάλα – γιαούρτι – τυριά), τα γλυκά, η κρέμα γάλακτος, το σουβλάκι, οι πίτσες, οι τεράστιες ποσότητες λαδιού (οποιασδήποτε μορφής) στο φαγητό και το παστίτσιο ή ο μουσακάς, που δυστυχώς θα σας απογοητεύσω. Χωρίς να θέλω να πω ότι πρέπει να αποκλείσουμε αυτές τις τροφές εντελώς από το διαιτολόγιό μας, θα πρέπει να τονίσω ότι τέτοια είδη διατροφής πρέπει να καταναλώνουμε πολύ μικρό ποσοστό στο σύνολο της διατροφής μας.
Από την άλλη πάλι, αν θεωρείτε ότι δίαιτα σημαίνει ένα συνεχές μη και όχι ή ακόμη οτι κατά τη διάρκεια της δίαιτας, ότι πρέπει να πεινάμε σε βαθμό λιποθυμίας ή ότι το μόνο που πρέπει να τρώμε είναι κοτόπουλο ή ψάρι με αγγούρι και τροφές όπως, ψωμί – πατάτες – φρούτα – ρύζι – μακαρόνια – δημητριακά – όσπρια – «λαδερά» – εσπεριδοειδή – άπαχα γαλακτοκομικά (γάλα – γιαούρτι – τυρί) – αυγό – φρυγανιές – κρεατικά χαμηλών λιπαρών απαγορεύονται εξ’ολοκλήρου, τότε και πάλι θα σας απογοητεύσω, γιατί η αλήθεια απέχει πλήρως από την άποψή σας.
Ο όρος που πρέπει να χρησιμοποιούμε είναι υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή και όχι δίαιτα.
Ισορροπημένη διατροφή σημαίνει ότι μειώνουμε τα λιπαρά (κυρίως τα ζωικά) από τη διατροφή μας, χρησιμοποιώντας μικρότερες ποσότητες λιπαρών (λάδι – μαργαρίνη – βούτυρο) στο μαγείρεμα των φαγητών μας, αποφεύγοντας ταυτόχρονα και τα τηγανητά φαγητά. Σημαίνει ότι πρέπει να προτιμούμε τα χαμηλών λιπαρών γαλακτοκομικά, να αντικαταστήσουμε τα ολόπαχα κρεατικά (αρνί – χοιρινό – κατσίκι – εντόσθια) με χαμηλών λιπαρών κρεατικά (κοτόπουλο –ψάρι – μοσχάρι – γαλοπούλα – βοδινό), προσθέτοντας στη διατροφή μας φρούτα, λαχανικά και σαλάτες, μειώνοντας στο ελάχιστο τη ζάχαρη, τα γλυκά και τα αλλαντικά ή το πρόχειρο φαγητό (fast food).
Αν θέλουμε, λοιπόν, να προσαρμοστούμε με τα δεδομένα και τις κατευθύνσεις που η σύγχρονη έρευνα και η επιστήμη μας προσφέρουν, δεν θα πρέπει να αποκλείουμε κανένα είδος τροφής, προσέχοντας όμως τον τρόπο με τον οποίο το μαγειρεύουμε, δηλαδή, την ποσότητα των λιπαρών που του προσθέτει ο τρόπος προετοιμασίας του και ότι άλλες τροφές πρέπει να ξέρουμε ότι μπορούμε να τις καταναλώνουμε σε μεγαλύτερη και άλλες σε μικρότερη ποσότητα.
Όσον αφορά, τώρα, τις γνωστές αμαρτωλές λιχουδιές, που όλοι μας θέλουμε πότε-πότε να απολαμβάνουμε, ασφαλώς και μπορούμε, αλλά όχι σε καθημερινή συχνότητα και φυσικά, όχι σε μεγάλη ποσότητα.
Όλοι οι υπέρβαροι άνθρωποι στον κόσμο ψάχνουν την κατάλληλη μέθοδο για να μειώσουν το βάρος τους και ακολουθούν διάφορους τρόπους δίαιτας (χημικές – θερμιδικές – μονοφαγίας), διάφορους τύπους από μαγικές κρέμες και διάφορα διαστημικά συστήματα αδυνατίσματος. Αυτό που θέλω να επισημάνω, χωρίς να θέλω να αναπτύξω τη γνώμη μου για όλα αυτά τα «θαυματουργά» πολλά υποσχόμενα συστήματα είναι, ότι όταν ο στόχος είναι λάθος συνήθως και η τεχνική αποτυγχάνει.
Και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, θα τονίσω, ότι ο σωστός στόχος πρέπει να είναι, μειώνω το λίπος μου και όχι απλά μειώνω το βάρος μου.
Το βάρος του ανθρώπινου σώματος, εκτός από λίπος, αποτελείται και από άλλα πολυτιμότατα στοιχεία, όπως ενδοκυτταρικό – εξωκυτταρικό υγρό, κόκαλα (οστίτη ιστό), ανόργανα άλατα, γλυκογόνο και, κυρίως, κυτταρικό ιστό (σκελετικοί μύες – σπλαχνικοί μύες – νευρικός ιστός και επιθηλιακός ιστός). Ο εχθρός του ανθρώπινου οργανισμού από υγιεινής πλευράς αλλά και ο εχθρός από αισθητικής άποψης του σώματός μας είναι το λίπος. Όταν λοιπόν αδιαφορούμε για το τι βάρος χάνουμε, γιατί μαζί με το λίπος χάνουμε και κυτταρικό ιστό, ειδικά όταν το μεγαλύτερο μέρος του βάρους που χάνουμε προέρχεται από κυτταρικό ιστό, τότε η δίαιτα είναι πλήρης αποτυχία όχι μόνο γιατί θα αισθανθούμε κούραση – εκνευρισμό – ατονία – πτώση απόδοσης, αφού ο κυτταρικός ιστός είναι κυρίως ενεργός ιστός του σώματός μας.
Ούτε μόνο γιατί δεν θα έχουμε το αντίστοιχο οπτικό και αισθητικό αποτέλεσμα, αφού το λίπος έχει χαμηλό ειδικό βάρος, χαμηλότερο και από το νερό, κι έτσι καταλαμβάνει πολύ μεγάλο όγκο, ενώ ο κυτταρικός ιστός είναι υψηλής πυκνότητας ιστός με υψηλό ειδικό βάρος, άρα καταλαμβάνει σχετικά μικρό όγκο. Αλλά κυρίως έχουμε αποτύχει, γιατί μειώνοντας τον κυτταρικό μας ιστό, μειώνουμε και το μεταβολισμό μας, αφού το μεγαλύτερο μέρος της βιοχημικής και φυσικά της μεταβολικής μας δραστηριότητας διαδραματίζεται στον κυτταρικό μας ιστό. Το λίπος μας έχει πολύ μικρή συμμετοχή στο βασικό ημερήσιο μεταβολισμό μας.
Και για να γίνω πιο κατανοητή, θα πω ότι ο μόνος ιστός του σώματός μας που έχει απαιτήσεις για φαγητό και προϊόντα θρέψης είναι ο κυτταρικός μας ιστός, άρα μειώνοντας τον κυτταρικό μας ιστό μειώνουμε και τις απαιτήσεις του οργανισμού μας για φαγητό. Έτσι, μετά το τέλος της δίαιτας παχαίνουμε πολύ εύκολα, τρώγοντας λιγότερο από ό,τι στο παρελθόν.
Καταλήγουμε λοιπόν στο πολύ απλό συμπέρασμα ότι ο στόχος της προσπάθειάς μας πρέπει να είναι η μείωση του λίπους μας και όχι του κυτταρικού μας ιστού για τον οποίο θα πρέπει να φροντίσουμε να καλύπτουμε τις απαιτήσεις του σε θρεπτικά συστατικά, ώστε να μένει αμείωτος, ή, τουλάχιστον, να μειωθεί όσο το δυνατόν λιγότερο. Με τον τρόπο αυτό, ούτε η υγεία μας θα κινδυνεύσει, ούτε η ενέργειά μας θα μειωθεί, ούτε ο βασικός μας μεταβολισμός θα μειωθεί με αποτέλεσμα να μην παχαίνουμε με το παραμικρό μετά το τέλος της δίαιτας.
Λένα Μελίστα
Διατροφολόγος