Σύμφωνα με τα ευρήματα της φετινής μελέτης του ΚΕΦίΜ, το 2019 οι Ελληνίδες και οι Έλληνες εργάστηκαν 178 από τις 365 μέρες του χρόνου, για να πληρώσουν φόρους και εισφορές στο κράτος – τρεις ημέρες λιγότερο απ’ ό,τι το 2018.
Από τις 365 ημέρες του χρόνου, εργαστήκαμε τις 178 μόνο για να πληρώσουμε φόρους και εισφορές στο κράτος, τρεις ημέρες λιγότερο απ’ ό,τι το 2018. Η ετήσια αυτή μείωση αποτελεί ρεκόρ δεκαετίας, καθώς αντίστοιχη μεταβολή είχε να σημειωθεί από τη διετία 2008-2009 (από 150 σε 147 ημέρες).
Το 2018, το κράτος δαπάνησε το 40,5% των συνολικών του εσόδων στην κοινωνική προστασία. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των χρημάτων (28,1% των συνολικών εσόδων) αφορούσε συντάξεις γήρατος. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο σε όλες τις χώρες της ΕΕ κατά 6,1% πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η χειρότερη επίδοση της Ελλάδας σημειώθηκε το 2016, όταν χρειάστηκαν 182 ημέρες εργασίας για να χρηματοδοτηθούν οι ανάγκες του κράτους.
Η συνολική επιβάρυνση πολιτών και επιχειρήσεων από φόρους και εισφορές το 2019 (76,5 δις ευρώ) είναι σχεδόν διπλάσια από το ποσό που κατέβαλαν τα νοικοκυριά την προηγούμενη χρονιά (43,1 δις ευρώ το 2018) για την κάλυψη των βασικών τους αναγκών (διατροφή, ένδυση, στέγαση, οικιακά αγαθά, μεταφορές και επικοινωνίες).
Σύμφωνα με τις αρχικές προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2020 – πριν δηλαδή ξεσπάσει η πανδημία – η καταληκτική ημέρα που οι Έλληνες θα εργάζονταν για το κράτος — ονομαζόμενη «Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας» επρόκειτο να είναι η 27η Ιουνίου, δηλαδή μία ημέρα λιγότερη απ’ ό,τι το 2019.
Ωστόσο, η αναμενόμενη μεγάλη μεταβολή των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας ακυρώνει εκ των πραγμάτων κάθε πρόβλεψη που βασίζεται στον προϋπολογισμό, με την έκτακτη συνθήκη της πανδημίας να ανακόπτει και να ανατρέπει σχεδιασμούς, επιβάλλοντας τη δική της πραγματικότητα.