Περπάτησα αρκετά αλλά δεν ξέχασα την αγορά φρούτων και άλλων ειδών για το σπίτι. Είναι μια παγερή μέρα απ’ αυτές που σκέπτεσαι καλύτερα να απολαμβάνεις τη θαλπωρή του σπιτιού. Προμηθεύτηκα τα είδη που ήθελα. Κρατούσα τις δύο σχετικά βαριές σακούλες και κατευθυνόμουν στο γειτονικό περίπτερο. Ν’ αγοράσω την καθημερινή εφημερίδα. Καταλαβαίνω ότι κάτι ασυνήθιστο μου συμβαίνει.
Το περπάτημά μου λίγο αταίριαστο με την ηλικία μου, παρά το γεγονός ότι γερνάω. Αλλά και η μύτη μου δείχνει σημάδια απ’ αυτά που ενοχλούν τον κάτοχό της. Φυσικά πολύ περισσότερο ν’ αποτελέσουν θέαμα και στο διπλανό δεν επιθυμούσα.
Από τις ελάχιστες φορές που επιδιώκω να μη συναντήσω γνωστούς στην πορεία μου. Με τους συλλογισμούς αυτούς προχωρώ, έστω και άτσαλα.
Μια ευχάριστη φωνή διακόπτει τις σκέψεις μου. Καπνίζετε κύριε; Είναι μια όμορφη κοπέλα, κομψή, για την εποχή ανάλαφρα ντυμένη. Στην αρχή αιφνιδιάστηκα. Κοίταξε, σκέφτηκα. Φωτιά για το τσιγάρο της μου ζητά.
Τι απερισκεψία να μην έχω μαζί μου αναπτήρα. Δυστυχώς δεν καπνίζω. Το δυστυχώς, της λέω, ταιριάζει στο στερούμαι αναπτήρα και όχι στο δεν καπνίζω.
Πολύ καλά κάνετε, μου απαντά. Άλλωστε το κάπνισμα βλάπτει την υγεία. Το γράφει και το πακέτο, συνέχισε και μου έδειξε ένα από τα τέσσερα πέντε που κρατούσε στα περιποιημένα χέρια της.
Εργασία και αυτή χιλιάδων νέων, αμφοτέρων των φύλων. Οι συνθήκες εργασίας στο δρόμο κουραστικές.
Με το τσουχτερό κρύο του χειμώνα, με την ανυπόφορη ζέστα του καλοκαιριού, νέες και νέοι, στους πολυσύχναστους δρόμους, στους φιλόξενους χώρους των περιπτέρων, στις πολύβουες πλατείες, μάχονται να διευρύνουν την πελατεία των αφεντικών τους.
Οπλίζονται με ευγένεια, με χαμόγελα να κλέψουν λίγο από τον πολύτιμο χρόνο του γρήγορου περαστικού.
Αντιπαρέρχονται τις αντιδράσεις, συχνά καθόλου φιλικές. Αφήστε με ήσυχο.
Χωρίς να λείπουν οι παρενοχλήσεις. Ιδιαίτερα αν μια κοπέλα εργάζεται μόνη. Εδώ χρειάζεται ψυχραιμία.
Την έχουν, την απόκτησαν στην καθημερινή βιοπάλη.
Ούτε κατάλαβα πώς έφθασα στο σπίτι. Μηδενίσθηκε το βάρος στα χέρια μου.
Σταθεροποιήθηκε το ατσούμπαλο βάδισμά μου. Τι ευχάριστη σύμπτωση.
Ένας νέος, με μοντέρνο σακίδιο στην πλάτη, μόλις άφησε στο πόμολο της πόρτας, διαφημιστικά φυλλάδια. Τόσα, όσους ορόφους έχει η οικία.
Καλημέρα, μου λέει, ευγενέστατος και συνεχίζει στην επόμενη οικία. Καλημέρα, όμορφη συνέχεια, του απαντώ. Νόμισα ότι δε με άκουσε. Γύρισε μ’ ένα χαμόγελο. Εργασία και αυτή.
Σ’ αυτή τη δύσκολη εποχή η μοναδική που μπορούν ν’ ασκήσουν.
Μ’ ένα χαμηλό μεροκάματο, σ’ άλλες εποχές ίσο μ’ ένα απλό χαρτζιλίκι. Την επιλέγουν όμως την εργασία αυτή, ως καθαρή, τίμια. Αποφεύγουν άλλες καριέρες, επικερδείς ίσως. Φοιτήτριες, φοιτητές, πτυχιούχοι αρκετοί, απόφοιτοι λυκείων, οι νέες και οι νέοι που εργάζονται για τον εαυτό τους, για την οικογένειά τους.
Θαυμάζω την ενεργητικότητά τους, την απόφασή τους να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις.

